(Α΄ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ) Ελληνική Αστυνομία. Οι έκτακτες μεταθέσεις του αστυνομικού προσωπικού, σε περίπτωση κατά την οποία οι αστυνομικοί πρέπει να εκτελέσουν καθήκοντα συνοδών αστυνομικών σκύλων, ενεργούνται από τη Διοίκηση ελευθέρως, μετά από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών. Η Διοίκηση όμως οφείλει να συνεκτιμά και τα στοιχεία της οικογενειακής και προσωπικής κατάστασης των υποψηφίων προς μετάθεση αστυνομικών, χωρίς να απαιτείται ειδική αιτιολογία ως προς το ζήτημα αυτό. Δεκτή η αίτηση ακύρωσης.
Αριθμός Απόφασης 1260/2007
ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
Τμήμα Δ΄ Με μέλη τους: Ειρήνη Γανωσέλη, Πρόεδρο Εφετών Δ.Δ., Ευαγγελία Ανδρέου και Μαρία Γκόστη, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων
συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 21 Σεπτεμβρίου 2006, με γραμματέα την Γεωργία Μέντζα, για να δικάσει την από 13 Σεπτεμβρίου 2004, αίτηση,
του ………………….. , κατοίκου Θυμιανών Χίου, που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Χρήστο Τότση, τον οποίο έχει διορίσει με πληρεξούσιο
κατά του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, που παραστάθηκε με την Πάρεδρο του ΝΣΚ Δήμητρα Κεφάλα.
Κατά τη δημόσια συζήτηση που ακολούθησε, το Δικαστήριο άκουσε:
την εισηγήτρια της υπόθεσης, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων, Μαρία Γκότση, που διάβασε τη σχετική έκθεσή της, εξέθεσε τα ζητήματα που προκύπτουν και ανέπτυξε τη γνώμη της γι΄ αυτά,
τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αιτούντος, που ανέπτυξε και προφορικά τους λόγους ακύρωσης και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση, καθώς και την εκπρόσωπο του Υπουργού, που ζήτησε αντίθετα να απορριφθεί η αίτηση.
Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και, αφού μελέτησε τη δικογραφία και τις σχετικές διατάξεις, αποφασίζει τα εξής:
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το κατά νόμο παράβολο (βλ. τα 882454 και 416559, Σειράς Α΄, ειδικά έντυπα παραβόλου), ζητείται από τον αιτούντα, Αστυφύλακα, παραδεκτώς, η ακύρωση της 251853/3/7- γ από 16.07.2004 απόφασης του Κατωτέρου Συμβουλίου Μεταθέσεων Αστυνομικού Προσωπικού, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της 6512/13/75-λβ από 06.07.2004 απόφασης του ίδιου Συμβουλίου, με την οποία είχε αποφασισθεί η έκτακτη μετάθεσή του από την Αστυνομική Διεύθυνση Χίου/Επιτελείο, στο Τμήμα Ασφαλείας Μυτιλήνης, για εκτέλεση υπηρεσίας συνοδού – χειριστή αστυνομικού σκύλου ανίχνευσης ναρκωτικών ουσιών.
2. Επειδή, στο άρθρο 17 του π.δ. 100/2003 (ΦΕΚ Α΄ 94), ορίζεται ότι: «1. Έκτακτες μεταθέσεις του αστυνομικού προσωπικού μπορεί να ενεργούνται οποτεδήποτε και ανεξάρτητα από τον αριθμό των μορίων και το χρόνο παραμονής του μετατιθέμενου στην ίδια περιοχή μετάθεσης στις παρακάτω περιοριστικά αναφερόμενες περιπτώσεις: ….. ιη. Σε περίπτωση κατά την οποία οι αστυνομικοί πρέπει να εκτελέσουν καθήκοντα Πυροτεχνουργών ή συνοδών αστυνομικών σκύλων …». Εξάλλου στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 21 του Συντάγματος ορίζονται τα εξής: «1. Η οικογένεια ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους. 2. Πολύτεκνες οικογένειες, ανάπηροι πολέμου, χήρες και ορφανά εκείνων που έπεσαν στον πόλεμο, καθώς και όσοι πάσχουν από ανίατη σωματική ή πνευματική νόσο έχουν δικαίωμα ειδικής φροντίδας από το Κράτος». Από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 17 του π.δ. 100/2003 συνάγεται ότι οι έκτακτες μεταθέσεις του αστυνομικού προσωπικού, σε περίπτωση κατά την οποία οι αστυνομικοί πρέπει να εκτελέσουν καθήκοντα Συνοδών αστυνομικών σκύλων, ενεργούνται από τη Διοίκηση, κατ` αρχήν, ελευθέρως, μετά από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών.
Ενόψει, όμως, των διατάξεων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 21 του Συντάγματος, με τις οποίες εκδηλώνεται η ιδιαίτερη μέριμνα του συντακτικού νομοθέτη, μεταξύ άλλων και προς την οικογένεια, η Διοίκηση, κατά τη διενέργεια των μεταθέσεων και ενόψει πάντοτε των αναγκών της Υπηρεσίας, πρέπει να συνεκτιμά και τα στοιχεία της οικογενειακής και προσωπικής κατάστασης των υποψηφίων προς μετάθεση αστυνομικών και να αναφέρει την ενέργειά της αυτή στη σχετική πράξη μετάθεσης, χωρίς, πάντως, να απαιτείται ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ως προς το ζήτημα αυτό (πρβλ. Σ.τ.Ε. 2396/1997).
3. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι ο αιτών, Αστυφύλακας, με την 6512/13/75-λβ από 06.07.2004 απόφαση του Κατωτέρου Συμβουλίου Μεταθέσεων Αστυνομικού Προσωπικού μετατέθηκε εκτάκτως από την Αστυνομική Διεύθυνση Χίου/Επιτελείο στο Τμήμα Ασφαλείας Μυτιλήνης, για εκτέλεση υπηρεσίας συνοδού – χειριστή αστυνομικού σκύλου ανίχνευσης ναρκωτικών ουσιών, την οποία ειδικότητα ο αιτών απέκτησε τον Ιούνιο του 2004. Κατά της απόφασης αυτής ο αιτών άσκησε προσφυγή ενώπιον του ίδιου Συμβουλίου, η οποία, όμως, απορρίφθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση.
4. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ο αιτών προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη, γιατί δεν λήφθηκαν υπόψη, ούτε εκτιμήθηκαν οι σοβαροί οικογενειακοί του λόγοι, εξαιτίας των οποίων αυτός έπρεπε να παραμείνει στη Χίο, όπου έχει γεννηθεί και εργάζεται και έχει εκεί την οικογένειά του, που ταλαιπωρείται από σοβαρά προβλήματα, δεν αναφέρονται δε σ` αυτή (προσβαλλόμενη απόφαση) οι λόγοι για τους οποίους προκρίθηκε να τοποθετηθεί στη Χίο ο συνάδελφός του …………… και, επιπλέον, ότι για τις παραπάνω αιτίες η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε καθ` υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχέρειας της Διοίκησης.
5. Επειδή, σύμφωνα με τις προπαρατιθέμενες διατάξεις και την έννοια που δόθηκε σ` αυτές και δεδομένου ότι από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης προκύπτει ότι η ανωτέρω πράξη μετάθεσης εκδόθηκε χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη τα στοιχεία της προσωπικής και οικογενειακής κατάστασης του μετατιθέμενου αξιωματικού, είναι βάσιμος ο σχετικός λόγος ακύρωσης που προβάλλει ο αιτών και πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη και να αναπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση, προκειμένου αυτή να ενεργήσει σύμφωνα με τα προσημειούμενα.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την αίτηση ακυρώσεως.
Ακυρώνει την προσβαλλόμενη πράξη.
Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση, προκειμένου να ενεργήσει κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό.
Ορίζει την απόδοση του παραβόλου στον αιτούντα.
Επιβάλλει στο Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος που ανέρχεται σε διακόσια εξήντα τέσσερα ευρώ (264,00).
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 14 Δεκεμβρίου 2006 και 8 Μαρτίου 2007.